Πέμπτη 28 Ιανουαρίου 2010

Κάιν

Έρχεται από μακριά
'Οπως η αστραφτερή εικόνα στο αργόστροφο μυαλό μου
Όπως οι δρόμοι
Όσο στενεύουν οι δρόμοι τόσο ενώνονται
στους δύο που στο τέλος απομένουν
Ο ένας σε ομίχλη σκοτεινή με την απώλεια και το ψεύδος
κι ο άλλος μέχρι το μεδούλι χειμώνας βαρύς
Μα εγώ, το ταπεινό σκουλήκι, διάλεξα κι ελπίζω.-

Κυριακή 24 Ιανουαρίου 2010

Σάλιος Νόμος

"Ένα λουλούδι κείτεται στο πράσινο λιβάδι, δίπλα σε άλλα που κρυβουν μπουμπουκια στον μισχο τους...πρόλαβε και άνθισε μες το χειμώνα και τώρα μαραίνεται απ'του χρόνου την απώλεια...στο ψυχος και στη σκοτεινιά άνθιζε ολημερίς, πάνω στο κρύο χώμα όπου νεκρή γη, ξεψυχισμένη, περίμενε του ουρανού το δάκρυ...
τώρα που έαρ ευωδιάζει παντού διάλεξε να ξεπλύνει το χρώμα του στην άγια γη και να ενωθεί με την αιώνια επιλογή...εκεί που κατοικούν κρίνοι πολλοί, δεν άφησαν να ριζώσει, να απαλύνει την ψυχή, να γίνει δέντρο πολυετές, να καρπωθεί την ηδονή...
όταν η εικόνα σε τοπίο μέθης μετατραπεί, εκείνο θα βρει την ώρα να αφανιστεί..."

Ωκεάνια Μοναξιά
----------------------------------------------------------------------------------------------

Tην ανηφόρα ανεβαίνω μετ'όπισθεν
Μέσα μου ανατινάζεται η πρότερη στιγμή
Λάκκο στον κορμό μου σκαβει η αφορμή
θ'αφήσω να τον τυλίξουν τα μακριά της δάχτυλα
όσο να τον πνίξουν ή να τον καψουν σ΄ολοκαύτωμα προτού τον πετάξουν στο βυθό ξανά
Αδειάζει πάνω στην ψυχή μου ζοφερή,
χυμάει στο πρόσωπό μου η ερημιά
Ποτέ δεν τελειώνει. Η θάλασσα.
ούτε κι η προδοσία να ξεχειλίζει παύει
Από το αγκίστρι του θανάτου κληροδοτείται η αναιμία
Θα πάω δίχως αίμα. ένας κορμός στεγνός
στα τοπία που τη μπόρεση ζέσταιναν
και μαζί τους έλιωσε ο άνθρωπος σαν το κερί
όχι απ'αγάπη μα απτο μαράζι που σαν αδράχτι τον τρυπούσε
Χρόνια ολόκληρα μετά, ανεξίτηλα χρόνια,
μ'έστελναν να μαζεύω το πεταμένο λουλούδι μου από το βυθό
μα στον αφρό τώρα τ'ορκίζομαι ποτέ να μην ξαναγυρισω.-

Παρασκευή 8 Ιανουαρίου 2010

εορτολόγιο

Έχει φυτρώσει η αλήθεια σ'ένα υπόγειο βαθύ σκιασμένο,
προστατευμένο από νόμους και καιρούς
όπως εκείνα που έσκυβα από το φεγγίτη τους να δω
μεσα από το σκοτάδι τι αναβλύζουν
όταν σκυφτός διαβάτης, θολωμένος ουρανός,
περιπλανιόμουν σε άδεια πεζοδρόμια άσκοπα
μακριά από ανταμώματα άδοξα
με του ματιού μου το λευκό χαμηλωμένο,
το μπορετό μου καταγής
Γύρω μου δαίμονες στυγνοί
πολιορκούσαν της καρδιάς το ρόδακα
μα εγώ κρατιόμουνα κουλουριασμένος να φυλάω στα στήθια το αιμα
με τη βασανισμένη μου οικουμένη να κυλω
και το λαρύγγι μου κανάλι άδειο, αμίλητο, στεγνό,
ο διψασμένος σ'ένα έγκατο της γης,
μικρός, πικρός και απεχθής που ελπίζει για βοήθεια.
........
Θανατηφόρα του αοράτου τα περιπλανώμενα πυρά,
πυρά που πόνο εξαπέλυσες με το άγγιγμά σου,
φρενήρης καλπασμός το εντός μου ράγισες και πέρασες
του έρωτα μου ο κεραυνός

Κυριακή 3 Ιανουαρίου 2010

η συγκέντρωση


Καθώς ο χρόνος γυρνά τραγικά στο σκοτάδι
με την πυξίδα να δείχνει στο ναδιρ του βορά
κρουσταλλιασμένη η φλέβα σου ξυπνά από εφιάλτη
Κι όσο φαγώνεσαι μέσα σου λύκος πεινασμένος
μαζεύουν πρόσωπα και μνήμες οι στιγμές
αδειάζει το ποτήρι όπου πρωτόπιες λες
κι όλο στην τελευταία του σταγόνα πλησιάζεις
Γυρνάς κοιτάς ξοπίσω σου το δρόμο που έφτιαξες
γεμάτο εξαιρέσεις και ανατροπές.-