Βελόνες του καρφώθηκαν στο μάγουλο
Το καλοκαίρι πληγιασμένο τώρα κυνηγά
Αδέσποτα χορεύουνε τρελλά τα όνειρά του
Μία ριπή ξεκοίλιασε τον ποιητή,
μια καταιγίδα χνάρι έφτιαξε στο χώμα,
απ΄του δέντρου το σώμα
Ξεχύθηκαν τ'αρώματα κι η πλάνη στη στεριά
και βάφτηκε η θάλασσα στο πιο πικρό μελάνι
Πέπλο λεπτό και σκοτεινό γυρνάω πάλι στο βυθό
κι αυτός ανοίγει στοργικά τη μαβιά του καρδιά
Ο έρωτας ο άχρονος κι ο φόβος ο πανάρχαιος, ο ιλαρός
μαύρα πουλιά που πέταξαν πάνω απ΄το μέτωπό μου
Μήτε να κλάψω κι ούτε που φοβάμαι πια.
Κυριακή 24 Ιουλίου 2011
Πέμπτη 21 Ιουλίου 2011
Τι έκανα...
Κάτω στην άκρη του γιαλού,
πώς μαστιγώνει στάχυα ο νους,
ριπές ο άνεμος πώς κατεβάζει,
πώς σφίγγεται, μέγγενη σιδερένια η καρδιά,
ο ουρανός ζυγίζεται στο μέτωπό μου
κι ο ποταμός κανείς πίσω του δεν κοιτάζει
Σκάβει αυλάκια της σκουριάς στο μάγουλό μου ο χρόνος
Αφορεσμένος, λιμοκτονώ, ζηλεύοντας αυτούς
που τώρα βρίσκονται όπως εχθές εγώ,
στην αγκαλιά του ποταμού, στο διαφανές του χρόνου...
Σάββατο 16 Ιουλίου 2011
ακρογιαλιά
Και τι πειράζει που οι γλάροι σου τσιμπούν το πρόσωπο το σώμα;
10000 χρόνια μάρμαρο στην ίδια την ακτή σε γυάλισε το φως,
το κύμα να σε γλύφει απαλά, σε νανουρίζει όσο τροφή τους γίνεσαι .
Τάχα δε φτάνει ένας σκοπός να μη γυρεύεις άλλον;
Περνούνε από πάνω σου και σ'ερωτεύονται όλοι..
10000 χρόνια μάρμαρο στην ίδια την ακτή σε γυάλισε το φως,
το κύμα να σε γλύφει απαλά, σε νανουρίζει όσο τροφή τους γίνεσαι .
Τάχα δε φτάνει ένας σκοπός να μη γυρεύεις άλλον;
Περνούνε από πάνω σου και σ'ερωτεύονται όλοι..
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)