Οι τοίχοι βουίζουν ένα σίγμα υπόκωφο
η πλάτη κρατιέται αδύναμα σε μία χορδή
το άλφα σβησμένο στην εκπνοή
το σώμα εξέπνευσα αλήθεια
Τι έχω τώρα που ο άπειρος χρόνος απλώνει χαλί
στην ακτή που χύνονται οι στιγμές
εγώ εδώ να περιμένω αδειάζοντας.-
Κυριακή 13 Δεκεμβρίου 2009
Παρασκευή 4 Δεκεμβρίου 2009
αντΗχείς με τ' όνομά μου
θα μείνει καρφωμένη πάνω μου η φωνή σου
σαν ηχώ που κυνηγά στο δάσος του νέου κόσμου
ένα αθάνατο φτερό που γνωρίζει όλους τους αόρατους χάρτες
όταν το σώμα αφανιστεί κι ο βιολογικός λογισμός μου
έμβια μένει όσο γρήγορα κινείται, παλμός που αναπηδά
Ξεδιάντροπα σκοτάδια του αγνώστου έτσι θα σας ΝΙΚΗΣΩ
σαν ηχώ που κυνηγά στο δάσος του νέου κόσμου
ένα αθάνατο φτερό που γνωρίζει όλους τους αόρατους χάρτες
όταν το σώμα αφανιστεί κι ο βιολογικός λογισμός μου
έμβια μένει όσο γρήγορα κινείται, παλμός που αναπηδά
Ξεδιάντροπα σκοτάδια του αγνώστου έτσι θα σας ΝΙΚΗΣΩ
Παρασκευή 20 Νοεμβρίου 2009
Λιτανεία
Ήξερα πως ήταν σάπια η ρίζα μου.
Τραβάω τώρα τις κλωστές μου να χύνονται και να ξηλώνουν
Μικρές κλωστές, μικρό παιχνίδι τσίρκου
Θα μείνω υδρόβια δίχως ρίζα
Ο βράχος από την αρχή μ' είχε καταδικάσει
Η πέτρα του σκληρή και δηλητηριώδης
Το βράχο με τα υγρά μου έλιωνα να φύγω
μα όλα τα ρόδα είχαν ξεθωριάσει
Κανείς μας δε θα γλιτώσει
Να χωριστούμε καλύτερα
Θα επιπλέω στο μέτρο του κύματος
κι εσύ θα με κοιτάζεις
μέσα απτο φύλλωμά μου
μικρά γλοιώδη διαφανή φύκια
Στο τέλος να με φας
Τρίτη 17 Νοεμβρίου 2009
φυγή
άυλο το βράδυ, άλλο ένα,
που η φωνή σου γραπώνεται απ'την πλάτη μου πουλί,
απλώνει και τυλιγει τα φτερα της,
ρουφάει από τα μύχια τώρα που το ταβάνι ετοιμάζεται να κατακρημνιστεί
με όλη του κόσμου τη συνωμοσία,
τόση αλήθεια όσο αυτή που φανερώνεται μετά από χρόνια,
ο βράχος που κατρώγεται από τα κύματα
τόσο πιο κοφτερό πρέπει να βαστώ το μαχαίρι,
να πιείς από μέσα τα δικά μου,
προτού φαγωθώ
και να με φυγαδέψεις.-
που η φωνή σου γραπώνεται απ'την πλάτη μου πουλί,
απλώνει και τυλιγει τα φτερα της,
ρουφάει από τα μύχια τώρα που το ταβάνι ετοιμάζεται να κατακρημνιστεί
με όλη του κόσμου τη συνωμοσία,
τόση αλήθεια όσο αυτή που φανερώνεται μετά από χρόνια,
ο βράχος που κατρώγεται από τα κύματα
τόσο πιο κοφτερό πρέπει να βαστώ το μαχαίρι,
να πιείς από μέσα τα δικά μου,
προτού φαγωθώ
και να με φυγαδέψεις.-
Τρίτη 10 Νοεμβρίου 2009
στόμα κλειστό .-
Έξαφνη ανατριχίλα,
ζώνεσαι την εγγύς της ρομφαίας αίσθηση,
αποκαρδιωτικοί φανερώνονται στ'όνειρο οικουμενικοί χάρτες
καθώς η ρομφαία της δικαιοσύνης με παγερό σαγόνι πλησιάζει
Μέσα απo τα χέρια μου, στον κόσμο μέσα, πάνω στη μιλιά, θα μου αρπάζει το τέκνο
Στο δεύτερο βλεφάρισμα που θ'αρπαγώ εγώ κι εκείνος ολότελα
Ταξίδι θά'ναι στο σκοτάδι το πηχτό, ήλεκτρο, ίλιγγος, κι ο μοναχός, τυφλό το άγνωστο
Διπλός ο φόβος τ'ουρανού που ζώντας έγδαρα
Δικαιούσαι ότι έδωκες...της αγωνίας το τετέλεσται
Μόνο μη με πληρώνεις λογισμούς απόντων κβάντα,
-πώς καποιοι μπορούν χωρίς να πιστεύουν σε τίποτα?..
Τετάρτη 4 Νοεμβρίου 2009
Θαλ-λασσα
Σηματοδοτεί τις νέες γραμμές διανόησης ο μαύρος κύκνος,
με τη βροχή που σπαράζει τα τζάμια,
να, μόνο αυτό το αμυδρό παρελθόν θέλω να κρατήσω,
σαν ένα φάντασμα που λαβώθηκε μια δύση και τη δύση πιότερο αγάπησε,
τα πέπλα μου βαμμένα πορφυρά μοιάζουν με άνοιξης
Προτού να πέσει η νύχτα στο βαθύ της μαύρο γίνομαι αμαρτωλός μισός,
μισός αμαρτωλός στρατηλάτης που απ'τα υψίπεδα κοιτάζω μόνο την πράσινη κοιλάδα
Μα αν δε με βγάλει πουθενά τούτη η γραμμή ξέρω που θα με απωλέσει ο ποταμός...
Παρασκευή 30 Οκτωβρίου 2009
ναδίρ
σύννεφο που αγκαλιάζω στο σκοτάδι
στάζεις στο πρόσωπό μου
ζώο έγινε πια ο άνθρωπός σου, ο άνθρωπος σου το ζώο
τοσο που δίψασα και πείνασα των ιλαρών στιγμών
ρίξε εμπρός το δόλωμά σου και το θάλος το ιερό
στο τζάμι ανάντι όταν ο ήλιος με τυφλώνει
διπλώνεις τη σκιά σου, τρυπώνεις απ' τις κόρες,
κατρακυλάς κι όλο απλώνεις κι όλο χτυπάς...
στάζεις στο πρόσωπό μου
ζώο έγινε πια ο άνθρωπός σου, ο άνθρωπος σου το ζώο
τοσο που δίψασα και πείνασα των ιλαρών στιγμών
ρίξε εμπρός το δόλωμά σου και το θάλος το ιερό
στο τζάμι ανάντι όταν ο ήλιος με τυφλώνει
διπλώνεις τη σκιά σου, τρυπώνεις απ' τις κόρες,
κατρακυλάς κι όλο απλώνεις κι όλο χτυπάς...
Τρίτη 20 Οκτωβρίου 2009
Συντριβή
Είναι παραξενο ετούτο το πακέτο. Το απαρτιζουν οικουμένες του θανάτου.
Ριγάς μεχρι τα μύχια στο άνοιγμα του όσο η τράπουλα όλα τα φύλλα στο κορμί σου ξεδιπλώνει..
Κρύσταλλο ήταν πάντα το νερό, σιωπή ο ποταμός σου μα κάποτε πυκνώνει ο ουρανός τρανός,
πάνω από το μέτωπό σου καραδοκούν ο χαμερπής κι ο λοιδωρός
Όσο να αρπάξουν όλα που ξεβράζονται των πόρων, αυτά που μέσα σου καθαίρεσε ο καιρός,
μες στον καθρέφτη σου κοιτάξου να δεις αν έμεινες με πρόσωπο στον πόνο
Άγαλμα είναι η σκέψη και ματωμένος ο κορμός που επιχειρείς να ορθώσεις μ' ένα ζευγάρι πόδια που ποτέ δεν ξεμουδιάζουν...
Ριγάς μεχρι τα μύχια στο άνοιγμα του όσο η τράπουλα όλα τα φύλλα στο κορμί σου ξεδιπλώνει..
Κρύσταλλο ήταν πάντα το νερό, σιωπή ο ποταμός σου μα κάποτε πυκνώνει ο ουρανός τρανός,
πάνω από το μέτωπό σου καραδοκούν ο χαμερπής κι ο λοιδωρός
Όσο να αρπάξουν όλα που ξεβράζονται των πόρων, αυτά που μέσα σου καθαίρεσε ο καιρός,
μες στον καθρέφτη σου κοιτάξου να δεις αν έμεινες με πρόσωπο στον πόνο
Άγαλμα είναι η σκέψη και ματωμένος ο κορμός που επιχειρείς να ορθώσεις μ' ένα ζευγάρι πόδια που ποτέ δεν ξεμουδιάζουν...
Κυριακή 18 Οκτωβρίου 2009
δίχως τέλος..
μείναμε αγάλματα σπασμένα να βρεχόμαστε από το κύμα και την ουράνια αρχή όταν ανάγκη έγινε η λογική κι εχθρός όλος ο κόσμος..
Τρίτη 29 Σεπτεμβρίου 2009
ποιά μέρα
Στα σαλόνια της λύπης τα βράδια ο δεσμώτης μ'αφήνει να καίω,
στα βελούδα να ψάχνω να βρω τα κλειδιά της φυγής, τα σημάδια,
και στα χείλη να σβήνω το γεμάτο ποτήρι της κρύας χαράς
που η καρδιά όσο πίνει γλυκαίνει μα ο χρόνος παχαίνει
κατατρώει μοναξιά και βουλιάζει στα άφαντα ίχνη,
βαθιά η σμίξη παγώνει γιατί ο ορίζοντας φέγγει μακριά,
και φωλιάζει κλαψιάρα η μειλήχια θέλξη πότε θα'ρθει εκείνος,
ποιά μέρα...
Τετάρτη 16 Σεπτεμβρίου 2009
Ιλλύσιο
Η μέρα φλογίζεται και στο λαμπάδιασμά της χτυπάει η καρδιά ένα ράθυμο αχό
σαν το παιδί που δεν το νοιάζει αν πάει τη ζωή του στο γκρεμό
που περπατά κι όλο τον ουρανό κοιτάζει μην έρθει άγγελος φωτός που θα το πάει στα ψηλά, Ξυπνάς κι ούτε αντιλαμβάνεσαι πώς στο λαιμό σου κάτοπτρο ηλιακό φοράς
ν’αντανακλάς τον πάνω κόσμο στο δρόμο που σου ορίστηκε για να βαδίσεις
σήματα, σχήματα σε κατευθύνσεις που ερμηνεύουν οι παλιοί,
πίσω να μην κοιτάς, Κι όπως ακολουθούν τα σύννεφα το μονοπάτι του ανέμου
τα ρωτάς- Άραγε σε ποια κατηγορία να ανήκεις και προχωράς με κάτι που σου ρουφάει το μυαλό...
Σάββατο 12 Σεπτεμβρίου 2009
ποτάμι
Εχεις ζωή μου δάχτυλα μακριά
έχουν τα έξω μάτια μου ένα πέπλο
αυτό που μένει μέσα αφημένο να κοιτούν για χρόνο μερικά λεπτά
Υστερα καίγεται ανάμεσα στα δάχτυλα σου
Στο νου μου αποτυπώνεις τη στιγμή
απατηλή και στολισμένη με ψυχές και με τοπία
Άθλια λογική της μνήμης μου έγινες
κάθε φορά που όλοι εκρήγνονται στη λήθη εξορισμένοι
όταν εσύ τους σβήνεις από το χαρτί
μένει αχόρταγη η φατρία σου
αλοιμονο, να έλειπες...
Τετάρτη 9 Σεπτεμβρίου 2009
καιει
Βαστάει τα σύννεφα στις άκρες του ο ουρανός
Λίγο ζητούν για να πιαστούν στα περιθώρια άλλη μια μέρα
Σ'έχουν χωρέσει μέσα στη λίστα τους
που όταν ξεφεύγεις να σε κυνηγούν αλύπητα
Πεταλούδα της νύχτας λευκή που προσκολλήθηκες στα πόδια μου
κι έχασε το λουλούδι το άρωμα του
το λόγο του ο αρωγός κι ο χορευτής το πόνημά του
τον κόμπο του ο μοναχός
Σε σενα δίνει άπλα η θάλασσα, μέσα της για ν'απαρνηθείς
και το βουνό πλαγιά να ξεδιπλώνεις το φτερούγισμά σου
Χτυπάει η ανθρώπινη γροθιά και τρέχεις να κρυφτείς
κι ο ουρανός απάνω σου βροχή ξερνοβολάει...
Τετάρτη 19 Αυγούστου 2009
έρεβος
Σάββατο 8 Αυγούστου 2009
knight
- Καταραμένη ελπίδα μου, είναι γελοίο να τσακίζεσαι από το ξίφος που κραδαίνεις. Βουνό υψώθηκαν οι αλήθειες κι οι συγκυρίες κύματα τρανά, Δεν τον γλιτώνω το χαμό..
- Προτού να γκρεμοτσακιστείς στα όρη να μάθεις να πηαίνεις, Προτού σε καταπιεί η θάλασσα να τη δαμάζεις
…………………………………………………………………………………………
Χαίρομαι που παλεύω την αρρώστια μου.
- Προτού να γκρεμοτσακιστείς στα όρη να μάθεις να πηαίνεις, Προτού σε καταπιεί η θάλασσα να τη δαμάζεις
…………………………………………………………………………………………
Χαίρομαι που παλεύω την αρρώστια μου.
Παρασκευή 7 Αυγούστου 2009
καλοκαιρι
Το στόμα μπούκωσε με καλοκαίρι, κλείδωσε. Στις καλαμιές χάνεται η δροσιά και σφάζεται η ανάσα, πύρινος ήλιος σαν καρφώνεται λάμπει η στροφή του δρόμου από φωτιές. Ο χρόνος, πέτρινος σφετεριστής του κόσμου μου, με ευλογεί με στίγματα ανεξίτηλα, πάνω στο κόκκινο της δύσης να ακολουθώ ένα ανθισμένο πόθο και μιας άγονης γραμμής ελπίδα.-
Τετάρτη 5 Αυγούστου 2009
το μήλο
...Έπειτα Εκείνος τους άφησε με τα δώρα τους, τα απάτητα, τα απύθμενα, τ' αλλόμορφα έμβια και το καθρέφτισμα Του, στο φόβο τους, στην τύχη τους, να κουλουριάζονται ο ένας γύρω από τον άλλο. Τα ευχολόγια αποτραβήχτηκαν σε δισκοπότηρο που ξεδιψάζει μετά δακρύων κατάθεσης. Τα λογια που πρωτύτερα μοιράστηκαν αλλήλων, διαμελίστηκαν και σκόρπισαν στα πέρατα της υφηλίου από τον άνεμο.
Κι εκείνοι γέμισαν ντροπή, ενοχές, απολλύοντας της ψυχής των των αμολύντων ενδυμάτων, όμως ακολούθως καρποφόρησαν γενεές αμέτρητες, οικοδομώντας και αγωνιώντας της επιστροφής.
Κι από τους απογόνους, παταγωδώς αποτυγχάνοντες και διαπαντώς σημαδεμένοι όσοι φτωχοί τω πνεύματι πασχίζουν να έσονται μονάρχες και μονήρεις μα εγώ που αποζητώ μοναδικά την αγκαλιά σου, όταν μαζί σου ενώνομαι γεύομαι βασιλεία των πρωτοπλάστων...
Κι εκείνοι γέμισαν ντροπή, ενοχές, απολλύοντας της ψυχής των των αμολύντων ενδυμάτων, όμως ακολούθως καρποφόρησαν γενεές αμέτρητες, οικοδομώντας και αγωνιώντας της επιστροφής.
Κι από τους απογόνους, παταγωδώς αποτυγχάνοντες και διαπαντώς σημαδεμένοι όσοι φτωχοί τω πνεύματι πασχίζουν να έσονται μονάρχες και μονήρεις μα εγώ που αποζητώ μοναδικά την αγκαλιά σου, όταν μαζί σου ενώνομαι γεύομαι βασιλεία των πρωτοπλάστων...
Σάββατο 1 Αυγούστου 2009
Τετάρτη 29 Ιουλίου 2009
ανΑσα
Με τους ανθρώπους ματίζεις την αλυσιδα που σπάει εδώ κι εκεί
Ταξιδεύεις και σκορπάς τ'απολειφάδια σου
Δεν είναι η γης ούτε το πράσινο που εξαπλώνεται
Δεν είναι οι ποταμοί μήτε τα πουλιά που αγκάλιασαν τον άνθρωπο
Είναι η αλήθεια που κρύβεται κάτω απ'τα στρώματά του
και μόνο απ' άλλο άνθρωπο φανερώνεται
Σκύβεις κοντά τους κι όπου καθρεφτίστηκες δόθηκε γαλήνη μαζί κι αντάρα
Ταξιδεύεις και σκορπάς τ'απολειφάδια σου
Δεν είναι η γης ούτε το πράσινο που εξαπλώνεται
Δεν είναι οι ποταμοί μήτε τα πουλιά που αγκάλιασαν τον άνθρωπο
Είναι η αλήθεια που κρύβεται κάτω απ'τα στρώματά του
και μόνο απ' άλλο άνθρωπο φανερώνεται
Σκύβεις κοντά τους κι όπου καθρεφτίστηκες δόθηκε γαλήνη μαζί κι αντάρα
Δευτέρα 27 Ιουλίου 2009
Μίρτιλο
Συναγωνίστηκα τα φύλλα που ο άνεμος στεγνώνει παρασύροντας
κι είδα ξοπίσω μου πως άφησα ένα κομμάτι από γη ζωγραφισμενο με κόκκινα και μαύρα χρώματα μα όχι εμένα
Εγώ δεν απόμεινα
Φάνηκε η ράχη της ψυχής όπως αυτή η ασημένια αναδυομένη του ψαριού φωσφορίζοντας,
όταν ζεσταίνει η γαλανή επιφάνεια του νερού στο φως του ήλιου
Να προπορεύεται ο βαρκάρης και εσύ ν'ακολουθείς
κι είδα ξοπίσω μου πως άφησα ένα κομμάτι από γη ζωγραφισμενο με κόκκινα και μαύρα χρώματα μα όχι εμένα
Εγώ δεν απόμεινα
Φάνηκε η ράχη της ψυχής όπως αυτή η ασημένια αναδυομένη του ψαριού φωσφορίζοντας,
όταν ζεσταίνει η γαλανή επιφάνεια του νερού στο φως του ήλιου
Να προπορεύεται ο βαρκάρης και εσύ ν'ακολουθείς
Δευτέρα 13 Ιουλίου 2009
το χαμοπαίγνιο
Πέμπτη 18 Ιουνίου 2009
atom
να περιλουζομαι με το θαμπό νερό της βάφτισης. πέφτεις εσύ, χτυπάω εγώ. Υποδαυλίζεται η αγάπη σου και εκμαυλίζεται η καρδιά. Αν δεν ειχα έρθει θα είχα ένα τίποτα και τώρα που ήρθα για το όλα πάλι στο τίποτα κρέμομαι...
Δευτέρα 15 Ιουνίου 2009
fleva
Κυλάω πίνω απτο αίμα μου όταν μου ξεριζώνεται η φλέβα σου η τροφός...και δηλητηριάζω εμεαυτόν. Έμαθα πώς γίνεται σε μια μέρα να καταλυθεί η αιωνιότητα κι ο εαυτός σ'ένα δευτερόλεπτο να καταργηθεί...Κράτησε την ανάσα σου και μη φοβάσαι. Σε μια στιγμή ξεχύνεται η ψυχή στο φως
Βουνό
Τα ίδια μέλλονται αφού οι ράγες έχουν καρφωθεί από τον Ήφαιστο. Ένα βουνό σε είδα και πώς πέθανες μέσα στη νύχτα κι εγώ απόμεινα ένα τρενάκι έξαλλο ακυβέρνητο. Πρόλαβα και σκαρφάλωσα μόνο στους πρόποδες, το σώμα, η κορυφή σου χάθηκαν στα σύννεφα. Ασχήμια είναι εδώ η αφεντιά μου, ζωή ανεξίτηλη που έφυγες. Τα μάτια έκλεισα. Όπου γεννήθηκα επέστρεψα, στο βυθό-
Πέμπτη 11 Ιουνίου 2009
Ερμιόνη400
Στο μπαλκόνι της λήθης ζητάς να ξαποστάσεις.
Ο έρωτας σε κοιτάζει αγέλαστος που χατήρι ακόμα δεν του έκανες.
Δεν φτάνει μονάχα να τον φωνάζεις.
Βουτιά απ'το μπαλκόνι κι 'έχε γειά'.
Σου μιλά με τις ερινύες του χθες κυοφορώντας νέα έμβρυα για το αύριο.
Το αύριο που κρέμεται σε μια στιγμή σαν από γάντζο,
Όπως εσένα που απάνω του κρεμάστηκες κι εκείνος ξηλώθηκε να φύγει...
ΥΓ. Σ΄ΑΓΑΠΑΩ ΠΑΡΑ ΠΑΡΑ ΠΑΡΑ ΠΟΛΥ ΚΑΙ ΜΗΝ ΑΝΗΣΥΧΗΣΕΙΣ
Ο έρωτας σε κοιτάζει αγέλαστος που χατήρι ακόμα δεν του έκανες.
Δεν φτάνει μονάχα να τον φωνάζεις.
Βουτιά απ'το μπαλκόνι κι 'έχε γειά'.
Σου μιλά με τις ερινύες του χθες κυοφορώντας νέα έμβρυα για το αύριο.
Το αύριο που κρέμεται σε μια στιγμή σαν από γάντζο,
Όπως εσένα που απάνω του κρεμάστηκες κι εκείνος ξηλώθηκε να φύγει...
ΥΓ. Σ΄ΑΓΑΠΑΩ ΠΑΡΑ ΠΑΡΑ ΠΑΡΑ ΠΟΛΥ ΚΑΙ ΜΗΝ ΑΝΗΣΥΧΗΣΕΙΣ
Τρίτη 24 Μαρτίου 2009
π.Χ.
ΝΑ ΠΑΡΕΙΣ ΕΝΑ ΚΟΜΜΑΤΙ
Ο ΗΛΙΟΣ ΚΑΘΕ ΠΡΩΙ ΤΑΞΙΔΕΥΕΙ ΣΕ ΑΛΩΝΙΑ ΜΕ ΚΙΤΡΙΝΑ ΣΤΑΧΥΑ
Κ ΟΙ ΘΑΛΑΣΣΕΣ ΤΗΣ ΜΟΝΑΞΙΑΣ ΠΕΡΙΜΕΝΟΥΝ
ΝΑ ΦΑΝΕΙ ΝΑ ΤΙΣ ΖΕΣΤΑΝΕΙ
ΝΑ ΞΕΚΛΕΙΔΩΣΕΙ ΤΟΥΣ ΒΥΘΟΥΣ ΤΟΥΣ
ΠΟΥ ΣΦΑΛΙΣΑΝ ΚΑΙ ΕΘΑΨΑΝ ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ ΑΨΥΧΑ
ΝΑ ΠΑΡΕΙΣ ΕΝΑ ΚΟΜΜΑΤΙ ΓΙΑΤΙ
Η ΑΝΟΙΞΗ ΦΥΓΑΔΕΥΕΙ ΤΟΝ ΗΛΙΟ ΣΤΑ ΜΑΚΡΙΝΑ ΠΕΔΙΝΑ ΤΗΣ
Κ Η ΘΑΛΑΣΣΑ ΠΑΓΩΝΕΙ
ΩΣΠΟΥ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΝΑ ΦΑΝΕΙ
Ο ΗΛΙΟΣ ΚΑΘΕ ΠΡΩΙ ΤΑΞΙΔΕΥΕΙ ΣΕ ΑΛΩΝΙΑ ΜΕ ΚΙΤΡΙΝΑ ΣΤΑΧΥΑ
Κ ΟΙ ΘΑΛΑΣΣΕΣ ΤΗΣ ΜΟΝΑΞΙΑΣ ΠΕΡΙΜΕΝΟΥΝ
ΝΑ ΦΑΝΕΙ ΝΑ ΤΙΣ ΖΕΣΤΑΝΕΙ
ΝΑ ΞΕΚΛΕΙΔΩΣΕΙ ΤΟΥΣ ΒΥΘΟΥΣ ΤΟΥΣ
ΠΟΥ ΣΦΑΛΙΣΑΝ ΚΑΙ ΕΘΑΨΑΝ ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ ΑΨΥΧΑ
ΝΑ ΠΑΡΕΙΣ ΕΝΑ ΚΟΜΜΑΤΙ ΓΙΑΤΙ
Η ΑΝΟΙΞΗ ΦΥΓΑΔΕΥΕΙ ΤΟΝ ΗΛΙΟ ΣΤΑ ΜΑΚΡΙΝΑ ΠΕΔΙΝΑ ΤΗΣ
Κ Η ΘΑΛΑΣΣΑ ΠΑΓΩΝΕΙ
ΩΣΠΟΥ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΝΑ ΦΑΝΕΙ
Πέμπτη 19 Φεβρουαρίου 2009
Ερινύα
Στο ακροσκέπασμα τ’ονείρου μια φευγαλέα λάμψη πρόλαβε να ιδεί
Του σταυροφόρου τη σκιά που τον κεντούσε μες τη νύχτα
και του άφηνε στο στήθος καρφωμένο το σπαθί.
Στάλα από το αίμα του έξω δεν έσταζε μόνο ξημέρωσε πόνος οξύς,
ξίφος της τιμωρίας κ απάνω του ο ουρανός βαρύς,
ήταν το άδικο και το κακό στρώμα από ξεραμένη στάχτη
Κείτονταν καταγής πεσμένος, προσμετρώντας τα βάθη,
από άγρια χορτάρια στοργικά αγκαλιασμένος, ως να ταν αδερφός τους,
προσμένοντας για τη βροχή που όμοια μ’ αγριο πουλί ξεχύθηκε
Μετα το χέρι του άπλωνε καθαρισμένος για να πιαστεί απτα σκυφτά κλαδιά
χαμόδεντρα της λησμονιάς που βρέθηκαν κοντά του,
να σηκωθεί, ν’αρματωθεί ξανά,
ως να ναι παντα ίδιος ο τρόπος, αξεπέραστος,
να κουβαλά το σώμα, της ψυχής τα μαύρα παιδιά
κι αδιακοπος να μοιάζει τούτος ο δρόμος στον απέραντο κόσμο..
Του σταυροφόρου τη σκιά που τον κεντούσε μες τη νύχτα
και του άφηνε στο στήθος καρφωμένο το σπαθί.
Στάλα από το αίμα του έξω δεν έσταζε μόνο ξημέρωσε πόνος οξύς,
ξίφος της τιμωρίας κ απάνω του ο ουρανός βαρύς,
ήταν το άδικο και το κακό στρώμα από ξεραμένη στάχτη
Κείτονταν καταγής πεσμένος, προσμετρώντας τα βάθη,
από άγρια χορτάρια στοργικά αγκαλιασμένος, ως να ταν αδερφός τους,
προσμένοντας για τη βροχή που όμοια μ’ αγριο πουλί ξεχύθηκε
Μετα το χέρι του άπλωνε καθαρισμένος για να πιαστεί απτα σκυφτά κλαδιά
χαμόδεντρα της λησμονιάς που βρέθηκαν κοντά του,
να σηκωθεί, ν’αρματωθεί ξανά,
ως να ναι παντα ίδιος ο τρόπος, αξεπέραστος,
να κουβαλά το σώμα, της ψυχής τα μαύρα παιδιά
κι αδιακοπος να μοιάζει τούτος ο δρόμος στον απέραντο κόσμο..
Κυριακή 15 Φεβρουαρίου 2009
πουλί της φωτιάς
Χρωστά ο καιρός στην καταδίωξή της
Καρδιά από φύλλα πάγου
Φλεβάρη καρδιά που κόβει πιο βαθιά κ από λεπίδα
Και βάφει ροζ το χιόνι
Μνημόσυνο θα κάνουν
Όλοι μαζί θα κάτσουν γύρω από το τραπέζι του θανάτου
Σώμα μελανιασμένο που βουλιάζει στο απέραντο του πάγου
Λεβάντα, δεντρολίβανο τρυπάνε από κάτω, ξεμυτίσαν
Σκουριάζει το κλειδί που κρέμασε μια μέρα στο λαιμό της η μητέρα γη
Και θάφτηκε το μυστικό που κράτησε στα χέρια του ο Κανένας
Ζεστό πουλί μονάχο
Πουλί που έκαμε η φωτιά σου
Πετάχτηκε σα σπίθα από του πάγου τη φωλιά στον ουρανό
Και χάρισε στη μέρα την ευχή που η γη θα ξανανιώσει
Τη μέρα που έλιωσα μαζί σου
15-02-2009, 18:54 μμ
Δευτέρα 2 Φεβρουαρίου 2009
Παλη
Κατάφερα λαβωματιά στο στήθος
δικό μου ήταν το μαχαίρι
κ όλη τη νύχτα πάλεψα στο σκοτεινό μου το κρεββάτι
Να μην χαθώ
Όμως αυτός, ο Χάρος, με πήρε από το χέρι
και με γκρέμισε στα έγκατα του κόσμου να μου δείξει
πού’χα φωλιάσει, πού’χα πέσει, πού’χα περιφρονήσει
Τη νύχτα αυτή οπου κατέβηκα στον Άδη
Κρατούσα μόνο όπλο ότι είχα στη ζωή για να νικήσω
Πάνω μου όρμησαν μαύρα σκυλιά και μύριοι δράκοι
μα δεν αμφέβαλλα του πόνου
Έκοβα, πέταγα, πισωπατούσαν, έφευγαν κυνηγημενα
Ξέχασα γιατί έφτασα εκεί να πολεμήσω
Στους σκοτεινούς διαδρόμους έτρεξα κ έμελλε να το συναντησω
Το σώμα το νεκρό το αγιασμένο που έψαχνα
σ'ένα κρεβάτι κείτονταν ωχρό
κ απάνω του αντηχούσε μια μουσική μαγευτική εξ ουρανού
που έκανε να ριγούνε του κάτω κόσμου τα θεμέλια
και τα θηρία να σκορπίζουν γύρω του, ατιμασμένα να κρυφτούν
Στα χέρια μου το σήκωσα να το νεκραναστήσω...
28-01-2009, 23:56 μμ
δικό μου ήταν το μαχαίρι
κ όλη τη νύχτα πάλεψα στο σκοτεινό μου το κρεββάτι
Να μην χαθώ
Όμως αυτός, ο Χάρος, με πήρε από το χέρι
και με γκρέμισε στα έγκατα του κόσμου να μου δείξει
πού’χα φωλιάσει, πού’χα πέσει, πού’χα περιφρονήσει
Τη νύχτα αυτή οπου κατέβηκα στον Άδη
Κρατούσα μόνο όπλο ότι είχα στη ζωή για να νικήσω
Πάνω μου όρμησαν μαύρα σκυλιά και μύριοι δράκοι
μα δεν αμφέβαλλα του πόνου
Έκοβα, πέταγα, πισωπατούσαν, έφευγαν κυνηγημενα
Ξέχασα γιατί έφτασα εκεί να πολεμήσω
Στους σκοτεινούς διαδρόμους έτρεξα κ έμελλε να το συναντησω
Το σώμα το νεκρό το αγιασμένο που έψαχνα
σ'ένα κρεβάτι κείτονταν ωχρό
κ απάνω του αντηχούσε μια μουσική μαγευτική εξ ουρανού
που έκανε να ριγούνε του κάτω κόσμου τα θεμέλια
και τα θηρία να σκορπίζουν γύρω του, ατιμασμένα να κρυφτούν
Στα χέρια μου το σήκωσα να το νεκραναστήσω...
28-01-2009, 23:56 μμ
ο βράχος
Ο ίδιος χρόνος επιστρέφει ξανά και ξανά
Τ’άστρο στ’ ανάντη του κοιτάζεται με το φεγγάρι
Στην άμμο λίμνες της βροχής
της καταχνιάς καθρέφτες,
στου ουρανού τη χάρη που λυγούν,
στου κεραυνού την απειλή,
τρέμει μαζί τους το λευκο πανί να μην καεί,
να μην τσακισει το μεσιανό κατάρτι
Καρδιά που σ’έθαψαν στο χώμα κ από πάνω φύτρωσε ευχή
Να καρτερεί το άνθος κάθε 1000 χρόνια
Δύσκολα θεραπεύεται η ψυχή η κλειδωμένη
Δύσκολα λησμονεί ο σμιλεμένος βράχος
έτσι προσμένει απτο νέο κύμα ακόμα
να αφήσει τα σημάδια του κ αντέχει
28/1/2009- 18:23 μμ
Τ’άστρο στ’ ανάντη του κοιτάζεται με το φεγγάρι
Στην άμμο λίμνες της βροχής
της καταχνιάς καθρέφτες,
στου ουρανού τη χάρη που λυγούν,
στου κεραυνού την απειλή,
τρέμει μαζί τους το λευκο πανί να μην καεί,
να μην τσακισει το μεσιανό κατάρτι
Καρδιά που σ’έθαψαν στο χώμα κ από πάνω φύτρωσε ευχή
Να καρτερεί το άνθος κάθε 1000 χρόνια
Δύσκολα θεραπεύεται η ψυχή η κλειδωμένη
Δύσκολα λησμονεί ο σμιλεμένος βράχος
έτσι προσμένει απτο νέο κύμα ακόμα
να αφήσει τα σημάδια του κ αντέχει
28/1/2009- 18:23 μμ
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)